- κατεχύθη
- καταχέωpour down uponaor ind pass 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
σκοτιδινία — η, ΝΑ, και ιων. τ. σκοτοδινίη, Α σκοτοδίνη αρχ. μτφ. διανοητική σύγχυση, ταραχή τού νου («καὶ τοῡθ ἡμῶν ἀπορουμένων ἔτι μείζων κατεχύθη σκοτοδινία», Πλάτ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < σκότος + δινία (< δίνη), πρβλ. παλιν δινία] … Dictionary of Greek